Ένα γενικότερο «παίγνιο» βρίσκεται σε εξέλιξη ανάμεσα σε Ελλάδα και Γερμανία, το οποίο περιλαμβάνει τις πολεμικές αποζημιώσεις, την Κύπρο και το ελληνικό χρέος…
Αρχικά, όπως ανακοινώθηκε χθες από την κυβέρνηση, κατατέθηκε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΔΔΧ) αίτημα της Ελλάδας να παρέμβει στην δίκη μεταξύ Γερμανίας-Ιταλίας που εκκρεμεί ενώπιον του, με αντικείμενο να διαπιστωθεί από το ΔΔΧ η παραβίαση από την Ιταλία (τα ιταλικά δικαστήρια) της κατά το διεθνές δίκαιο υποχρέωσής της να αναγνωρίσει το προνόμιο της ετεροδικίας του Γερμανικού Δημοσίου, στις δίκες που αφορούν την εκτέλεση αποφάσεων που επιδικάζουν αποζημιώσεις σε θύματα των ναζιστικών θηριωδιών.
Με το αίτημα αυτό, η Ελλάδα ζητά από το Δικαστήριο να συμμετάσχει στη διαδικασία με σκοπό να εκθέσει στο Δικαστήριο τις θέσεις της για το ζήτημα της ετεροδικίας Κράτους κατά το Διεθνές Δίκαιο με σκοπό να δικαιωθούν τα θύματα της υπόθεσης του Διστόμου.
Πληρεξούσιος της Ελληνικής Κυβέρνησης ορίσθηκε ο καθηγητής και πρώην Γενικός Γραμματέας Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών (Φεβρουάριος 1996 - Μάιος 2000), Στέλιος Περράκης, το όνομα του οποίου ανακοινώθηκε ήδη στο Γραμματέα του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Το αίτημα της Ελλάδας θα εξετασθεί από το Δικαστήριο εντός του προσεχούς διαστήματος και, εφόσον κριθεί παραδεκτό, η Χώρα μας θα μπορέσει να εκθέσει τα ουσιαστικά επιχειρήματά της επί της εκκρεμούς αυτής δίκης.
Ο Στέλιος Περράκης είναι εγνωσμένου κύρους ακαδημαϊκός. Είναι καθηγητής Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεσμών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, κάτοχος έδρας J. Monnet ad personam «Δημοκρατία και Δικαιώματα του Ανθρώπου στην Ε.Ε.», Διευθυντής Ευρωπαϊκού Κέντρου Έρευνας και Κατάρτισης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και Ανθρωπιστικής Δράσης, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων, καθώς επίσης έχει να επιδείξει πολλές άλλες δραστηριότητες.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, στην προσφυγή της η Γερμανία προβάλλει στο Διεθνές Δικαστήριο ότι παραβιάζεται η ετεροδικία που απολαύει το Γερμανικό Δημόσιο λόγω της εκτέλεσης στην Ιταλία της απόφασης του Πρωτοδικείου Λιβαδειάς με την οποία επιδικάζονται αποζημιώσεις στα θύματα της σφαγής του Διστόμου. Η Ελλάδα θα ασκήσει αίτημα παρέμβασης στη δίκη αυτή σύμφωνα με το άρθρο 62 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου προβάλλοντας ότι έχει έννομο συμφέρον στην εκκρεμή δίκη το οποίο θίγεται από την απόφαση του Δικαστηρίου επί της υποθέσεως αυτής.
Στη βασική αυτή είδηση, η οποία γεννά το αυτόματο ερώτημα, για ποιο λόγο η χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια που βρισκόταν σε εξέλιξη η δικαστική προσφυγή για τα θύματα της σφαγής του Διστόμου, δεν είχε αναλάβει παρόμοια πρωτοβουλία συμπαράστασης και τι είναι αυτό που την κινητοποίησε σήμερα.
Μια πρώτη ερμηνεία μπορεί να αναζητηθεί στις πολιτικές ανάγκες του πρωθυπουργού στο εσωτερικό μέτωπο της χώρας. Όντας υπό ασφυκτική κοινωνική πίεση λόγω των διαρθρωτικών αλλαγών που έχουν οδηγήσει μεγάλο τμήμα των εργαζομένων στο δρόμο σε μαζικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, αλλά και τη δυσαρέσκεια – απογοήτευση του εκλογικού σώματος με τις μισθολογικές περικοπές, ο Γιώργος Παπανδρέου είναι λογικό να αναζητά κάποιες πολιτικές κινήσεις, υψηλής συμβολικής αξίας, με τις οποίες να μετριαστεί η αρνητική πολιτική δυναμική που έχει αναπτυχθεί για την κυβέρνηση.
Όσο πειστική και αν είναι η ανωτέρω συλλογιστική, είναι βέβαιο ότι δεν αποτελεί παρά μόνο τμήμα των δυνητικών κινήτρων, της ερμηνείας της απόφασης της Ελλάδας να παρέμβει στην υπόθεση στο ΔΔΧ. Πιο πειστική δείχνει η ερμηνεία που επικεντρώνει στην δημοσιοποιημένη όχληση της ελληνικής πλευράς για την αδιάλλακτη στάση που έχει τηρήσει η Γερμανία στο θέμα της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, η οποία από πολλές πηγές ερμηνεύεται ως μύχια επιθυμία εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.
Με την ενέργειά της αυτή, η ελληνική κυβέρνηση ασκεί πραγματική πίεση στη γερμανική πλευρά. Οι Γερμανοί γνωρίζουν ότι στην υπόθεση των πολεμικών επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου, η νομική τους θέση είναι ιδιαιτέρως δυσχερής, ιδιαίτερα σε μια διεθνή συγκυρία όπου τα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η τιμωρία των ενόχων τέτοιων παραβιάσεων κάθε είδους, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, ενώ δείχνει να στηρίζεται από μεγάλα στρώματα πληθυσμού στα κράτη του Δυτικού κόσμου τουλάχιστον.
Η Γερμανία γνωρίζει ότι η υπόθεση του Διστόμου μπορεί αν αποδειχθεί μόνο η κορυφή του «παγόβουνου» και σύντομα να κληθεί η διεθνής Δικαιοσύνη να αποφανθεί περί του… εν υπνώσει αιτήματος της Ελλάδας για τις πολεμικές επανορθώσεις, ένα ποσό που σύμφωνα με τα εκτιμήσεις ανέρχεται στο 50% περίπου του ελληνικού δημοσίου χρέους! Αντιλαμβάνεται κανείς ότι στη σημερινή συγκυρία μια τέτοια δικαστική απόφαση θα «τσαλάκωνε» όχι μόνο το γερμανικό «πορτοφόλι», αλλά και την οικονομία της χώρας και τη γεωπολιτική της υπόσταση, προξενώντας κολοσσιαία βλάβη στα γερμανικά εθνικά συμφέροντα.
Είναι προφανές ότι η γερμανική πλευρά έχει βρεθεί σε δύσκολη θέση όπως αποκαλύπτεται η νευρικότητα με τη οποία αντιμετωπίστηκε το η ελληνική κυβερνητική εμπλοκή στο ΔΔΧ. Έχει γίνει αντιληπτό ότι πρόκειται για μια γεωπολιτικής εμβέλειας κίνηση της ελληνικής πλευράς, η οποία στοχεύει να διαμηνύσει στη Γερμανία ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να οδεύσει ως «πρόβατο στη σφαγή» και να ανεχθεί για μεγάλο διάστημα τη γερμανική υπεροψία.
Όχι ότι οι αιτιάσεις της Γερμανίας για τη συμπεριφορά που επιδείκνυε επί δεκαετίες η Ελλάδα δεν έχουν βάση. Όταν όμως οι αιτιάσεις αυτές έχουν γίνει επί της ουσίας αποδεκτές και ο ελληνικός λαός επιδεικνύοντας μοναδικό φιλότιμο και αυτοκριτική επιχειρεί να διορθώσει τα λάθη του παρελθόντος– παρά τις όποιες αντιδράσεις, όλοι γνωρίζουν ότι οι συμπεριφορές του παρελθόντος δεν μπορούν να συνεχιστούν – αποδεχόμενος ουσιαστικά και με στωικότητα τις αιματηρές περικοπές, αποσπώντας τα συγχαρητήρια από πολλές πλευρές διεθνώς, δεν είναι δυνατόν να ανέχεται τον οποιοδήποτε ηγέτη να του κουνάει το δάχτυλο όπως… η δασκάλα στον άτακτο μαθητή, χωρίς να αντιδράσει με κάθε δυνατό τρόπο.
Στο σημείο αυτό προκύπτει η ενδιαφέρουσα αλλαγή στάσης της Γερμανίας στο Κυπριακό. Ναι μεν η ανακάλυψη σημαντικών αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στην περιοχή δεν θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορη την ηγέτιδα δύναμη της Ευρώπης, η αλλαγή στάσης φαίνεται όμως να έχει ευρύτερα κίνητρα. Η Άγκελα Μέρκελ φαίνεται να αντιλαμβάνεται σταδιακά ότι τα προβλήματα μεταξύ των κρατών αντιμετωπίζονται κυρίως με πολιτικούς, όχι με τεχνοκρατικούς όρους. Αυτός είναι και ο λόγος που η Ελλάδα δεν προχώρησε όλα αυτά τα χρόνια στη διεκδίκηση των αποζημιώσεων, για να μη διαταράξει τις ισορροπίες στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Την ίδια στιγμή η Γερμανία προωθούσε τα προϊόντα της στης χώρες του ευρωπαϊκού νότου, συσσωρεύοντας πλεονάσματα στον προϋπολογισμό της.
Το θερμότατο κλίμα ανάμεσα στον Κύπριο πρόεδρο Χριστόφια και τα Γερμανίδα καγκελάριο Μέρκελ, καθώς επίσης και η αυστηρότατη γλώσσα που χρησιμοποίησε εναντίον της Τουρκίας, η οποία κυριολεκτικά σοκαρίστηκε, πέραν της εξυπηρέτησης του γερμανικού συμφέροντος (και του ευρωπαϊκού, αφού στην περιοχή διαφαίνεται η δημιουργία της «οδού» εναλλακτικής – προς τη Ρωσία – ενεργειακής τροφοδοσίας της Ευρώπης), έχει και την έννοια της πολιτικής χειρονομίας προς την ελληνική πλευρά. Εν ολίγοις, το ζήτημα των διακρατικών σχέσεων Ελλάδας και Γερμανίας γίνεται πάλι βαθειά πολιτικό, και με αυτούς τους όρους οφείλει να αντιμετωπιστεί, για το καλό της ευρωζώνης, την επιβίωση της Ένωσης και του νομίσματός της, δηλαδή, σε τελική ανάλυση, της γεωπολιτικής υπόστασης της Ευρώπης.
ΠΗΓΗ