Τα Γκουλάγκ του Στάλιν και οι αριστεροί απολογητές τους στη Βρετανία



ΚΟ: Διαβάστε με προσοχή το άρθρο. Η απίστευτη υποκρισία των αριστερών σε μια ακόμη πανηγυρική εμφάνιση. Αυτοί που οδύρονται νύχτα μέρα για τις θηριωδίες των Ναζί, επικροτούν την φυλάκιση όσων αρνούνται τα εγκλήματα του Ναζισμού - Φασισμού και ζητούν την καταδίκη της «φασιστικής βίας», όταν στέκονται μπροστά στις σταλινικές κομμουνιστικές θηριωδίες, είτε σιωπούν εκκωφαντικά, είτε (συνήθως) ξεδιάντροπα τις επικροτούν. Και φυσικά όλοι αυτοί ούτε δαιμονοποιούνται από media και «συνταγματικά τόξα», ούτε αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο φυλάκισης για την υποστήριξή τους σε εγκληματικά και τυραννικά καθεστώτα. Για μια ακόμη φορά οι αριστεροί «ευαίσθητοι» «δημοκράτες» είναι πρόθυμοι να καταδικάσουν τη βία και το έγκλημα, μόνο όμως εάν αυτά δεν προέρχονται από τους κομμουνιστές οραματιστές ενός «καλύτερου κόσμου», για την επίτευξη του οποίου εκατομμύρια άνθρωποι βρήκαν τραγικό θάνατο. Λεπτομέρεια: Οι δύο γνωστοί Βρετανοί Αριστεροί τους οποίους μέμφεται το άρθρο, ότι δεν ενοχλήθηκαν από τα γκουλάγκ και τις δολοφονίες εκατομμυρίων ανθρώπων που βρέθηκαν κάτω από τον κομμουνισμό, είναι εβραϊκής καταγωγής. 

Michael Buurleigh (Daily Mail) / ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ
Το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ», του Ρώσου συγγραφέα Αλεξάντερ Σολζενίτσιν, είναι ένα από τα σημαντικότερα βιβλία του 20ου αιώνα.
Ξεκινά από την περιγραφή των διαβόητων στρατοπέδων φυλακών Kolyma στην έσχατη βόρειο - ανατολική γωνιά της Σιβηρίας.
Τα στρατόπεδα ήταν τα χειρότερα σοβιετικά γκουλάγκ, όπου οι θερμοκρασίες πέφτουν στο - 50 – πιο ψυχρή και από το Βόρειο Πόλο!
Η περιοχή Kolyma είχε επιλεγεί λόγω των ορυχείων χρυσού της και οι κομμουνιστές ηγέτες ανάγκασαν τους σκελετωμένους και ρακένδυτους κρατούμενους να παράγουν 80.000 κιλά καθαρό χρυσάφι.
Αυτό ήταν ο στυλοβάτης της οικονομίας του Στάλιν. Σχεδόν κάθε κιλό κοστίζει μια ανθρώπινη ζωή.
Τα στρατόπεδα, που χτίστηκαν στα τέλη του 1940 από τους τροφίμους τους, συχνά στη μέση του πουθενά, ήταν περιτριγυρισμένα με συρματοπλέγματα και σκοπιές.
Με το δεδομένο ότι τους κρατούμενους τους πυροβολούσαν προσέχοντας τα πόδια τους να είναι στραμμένα προς την περίφραξη, οι φύλακες μπορούσαν να ισχυριστούν ότι ο θάνατός τους οφειλόταν σε μια προσπάθεια διαφυγής.
Αυτά τα γκουλάγκ αντιπροσώπευαν όλο το σοβιετικό σύστημα καταναγκαστικής εργασίας - ένα καθεστώς που έφτασε στη θανατηφόρα αιχμή του κάτω από τη δεσποτική εξουσία του Στάλιν με εκατομμύρια ανδρών και γυναικών να μεταφέρονται στη Σιβηρία και σε άλλα φυλάκια της Ερυθρής αυτοκρατορίας.
Αυτά τα φρικιαστικά στρατόπεδα - υπήρχαν πάνω από 2.000 συνολικά - είχαν έναν κοινό οικονομικό και ηθικό σκοπό, του οποίου η επικρατούσα φιλοσοφία ήταν : «Πρέπει να συνθλίψουμε ένα κρατούμενο εντός των τριών πρώτων μηνών. Μετά από αυτό, δεν τον χρειαζόμαστε πια».
Αυτή η σκοτεινή αυτοκρατορία υπήρχε από το 1929 έως το 1960, περίοδος κατά την οποία φυλακίστηκαν 14 εκατομμύρια άνθρωποι.
Εκεί οδηγούνταν πολιτικοί κρατούμενοι (όπως ο ίδιος ο Σολζενίτσιν -φώτο-, ο οποίος φυλακίστηκε για υποτιθέμενη «αντι - σοβιετική προπαγάνδα»), εγκληματίες, και διάφοροι παραβατικοί που παραβίαζαν τους νόμους του σοβιετικού αστυνομικού κράτους.
Η βραβευμένη Αμερικάνα ιστορικός Anne Applebaum εκτιμά ότι τουλάχιστον 2.750.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στα γκουλάγκ.
Τα στρατόπεδα ήταν μόνο μια πτυχή ενός τυραννικού σοσιαλιστικού συστήματος που, από την αρχή της Ρωσικής Επανάστασης του 1917, υπό τον Λένιν, στηρίχθηκε στην ακραία βία για να «καθαριστεί» η σοβιετική κοινωνία από τους «ταξικούς εχθρούς» της.
Περίπου 14 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε την επανάσταση, πέντε εκατομμύρια από αυτούς σε ένα λιμό που προκλήθηκε από την παράφρονα οικονομική πολιτική της κυβέρνηση των Μπολσεβίκων.
Μια σκόπιμη πείνα, που είχε σκοπό να εξαναγκάσει τους αγρότες στα κολχόζ, οδήγησε σε επτά εκατομμύρια θανάτους μεταξύ του 1928 και του 1932.
Οι ιστορικοί έχουν συγκρίνει τις συνθήκες σε ορισμένα στρατόπεδα με εκείνες που συνάντησαν τα συμμαχικά στρατεύματα στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπέλσεν με τους πεινασμένους ανθρώπους που ήταν ξαπλωμένοι  στο έδαφος περιμένοντας να πεθάνουν. Πολλοί από τους επιζώντες κατέφυγαν στον κανιβαλισμό.
Κι όμως ένα τέτοιο σύστημα - του οποίου στόχος ήταν η «κοινωνική δικαιοσύνη» - βρήκε απολογητές σε έναν αριθμό ‘δυτικών’ που αρνιόντουσαν εκείνο που τόσοι άλλοι είχαν δει από πρώτο χέρι.
Πολλοί από αυτούς ήταν Βρετανοί ακαδημαϊκοί, διανοούμενοι και δημοσιογράφοι. Μεταξύ αυτών ήταν οι ιδρυτές του London School of Economics, Sidney και Beatrice Webb.
Αυτοί δήλωσαν για την πείνα τρομοκρατίας του Στάλιν : «Ισχυρή πρέπει να ήταν η πίστη και αποφασιστική η βούληση των ανδρών οι οποίοι, προς το συμφέρον αυτού που σε αυτούς φαινόταν το δημόσιο συμφέρον, θα μπορούσαν να πάρουν μια τόσο βαρυσήμαντη απόφαση».
Όταν ο Στάλιν αποφάσισε να «καθαρίσει» ολόκληρη μερίδα του Κομμουνιστικού Κόμματος στα μέσα της δεκαετίας του 1930 - με αποτέλεσμα 600.000 περίπου άνθρωποι να βασανιστούν και να εκτελεστούν – οι δυτικοί απολογητές του παρουσίασαν ως άλλοθι για τις ενέργειες του ότι αυτές είχαν ως κίνητρο την ζήλια του, την παράνοια, το μίσος και την έχθρα.
Το γεγονός ότι η εκδίκηση επεκτάθηκε και στις οικογένειες και τα παιδιά των θυμάτων της Σοβιετικών σφαγέων και ότι καταστράφηκαν οι ζωές άλλων, από γενιά σε γενιά, δεν ήταν εμπόδιο στο να στρώσουν ένα ρόδινο επικάλυμμα στις μαζικές δολοφονίες.
Το μοντέλο φυλακών του Στάλιν δεν ενόχλησε μερικούς δυτικούς, όπως τον καθηγητή Harold Laski, τον μέντορα του Ralph Miliband (πατέρα του ηγέτη των Εργατικών Εντ Μίλιμπαντ) στο London School of Economics (LSE) και πρόεδρο του Εργατικού Κόμματος .
Ο Laski (φώτο), ο οποίος δεν φαίνεται να συγκλονίστηκε από κρατούμενους που τους έσπαζαν τα δόντια με σιδερένιες ράβδους, ανέφερε : «Βασικά, δεν είχα παρατηρήσει μεγάλη διαφορά μεταξύ του γενικού χαρακτήρα μιας δίκης στη Ρωσία με αυτή σε αυτή τη χώρα».
Αυτό το πρότυπο της απενοχοποίησης της ακραίας βαρβαρότητας - με την δικαιολογία ότι πραγματοποιήθηκε στο όνομα της «κοινωνικής δικαιοσύνης» - επεκτάθηκε στο να  δικαιολογηθεί το διαβόητο ναζιστικό - Σοβιετικό Σύμφωνο το 1939, το οποίο οδήγησε στην κοινή εισβολή (Γερμανών – Σοβιετικών) στην Πολωνία, την κατοχή των χωρών της Βαλτικής από τη Ρωσία και την σοβιετική εισβολή στη Φινλανδία.
Μεταξύ των δυτικών σοσιαλιστών που συμπαθούσαν τους Σοβιετικούς ήταν ο φίλος Ralph Miliband, ο μαρξιστής ιστορικός Eric Hobsbawm (φώτο), ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ο πραγματικός εχθρός ήταν ο καπιταλισμός και όχι οι δύο εγκληματίες στο Βερολίνο και τη Μόσχα.
Φυσικά, κάθε επαναστατική οργάνωση χρειάζεται το φύλλο συκής της με καλοπροαίρετους ακαδημαϊκούς - και έτσι ούτε και εδώ έλειψαν τέτοιοι απολογητές. Αυτοί ήταν το είδος των ανθρώπων, τους οποίους ο Λένιν είχε νωρίτερα ονομάσει «χρήσιμοι ηλίθιοι».
Η ειρωνεία είναι ότι αυτές οι δυτικοί διανοούμενοι της Αριστεράς ήταν οι ίδιοι οι άνθρωποι που θα έπρεπε να είναι πιο καχύποπτοι της στυγνής εξουσίας .
Αλλά, στην πραγματικότητα, τις περισσότερες φορές όταν δεν λάτρευαν τον Στάλιν – αποδείκνυαν μια συγκλονιστική αφέλεια, ή, ακόμη χειρότερα, έναν τρομακτικό αμοραλισμό*  ίδιο με αυτόν του Στάλιν .
Πράγματι, ο Hobsbawm παρέμεινε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος, και όταν τα σοβιετικά τανκς έσπερναν τον θάνατο στην Ουγγαρία το 1956.
Έδινε ακόμα διαλέξεις για τα μαρξιστικά πιστεύω του στους φοιτητές και έγραφε βιβλία σε μια εποχή που τα σοβιετικά τανκς εισέβαλαν στην Τσεχοσλοβακία το 1968, και κατά τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία χιλιάδες αντιφρονούντες φυλακίστηκαν ή εκτελέστηκαν από εκτελεστικά αποσπάσματα .
Άλλοι φυλακίστηκαν σε ψυχιατρεία για πολιτικούς λόγους - αν και ήταν απολύτως υγιείς.
Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, οι άνθρωποι που ζούσαν κάτω από τα κομμουνιστικά καθεστώτα προσπαθούσαν σκληρά για να βρουν τροφή, ενώ η ελίτ των μελών του κόμματος είχε την αποκλειστική χρήση πολυτελών καταστημάτων.
Ένστολοι Σοβιετικοί πήγαιναν στο μπροστινό μέρος κάθε ουράς - όπως εγώ ο ίδιος έγινα μάρτυρας στις ανατολικογερμανικές τράπεζες στα τέλη της δεκαετίας του 1970.
Παντού, επίσης, η ελευθερία του Τύπου είχε εξαλειφθεί υπέρ των κρατικών εφημερίδων, του κρατικού ραδιοφώνου και της κρατικής τηλεόρασης, τα οποία έπλεκαν το εγκώμιο της κομμουνιστικής ηγεσίας και των «ηρωικών» οδηγών τρακτέρ.
Η θρησκεία αφανίστηκε με λύσσα, ιερείς και μοναχές δολοφονήθηκαν, για να ανοίξει ο δρόμος για τη νέα σοσιαλιστική θρησκεία.
Οι πολίτες ήταν τόσο φοβισμένοι μήπως τους ακούσει η μυστική αστυνομία και έλεγαν ότι δεν μπορούσαν να εμπιστευτούν ακόμα και τους στενούς τους φίλους στα διαμερίσματά τους.
Εν τω μεταξύ, για τα μυαλά της κουλτουριάρικης συνοικίας του Hampstead, τέτοιες τραγωδίες που επηρέαζαν τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων δεν ήταν τίποτα περισσότερο από απλές αφορμές συζητήσεων, όπου μπορούσαν άνετα να κοροϊδεύουν, σαν μερικοί αυτούς να ανέβηκαν στα ρουριτανικά** ύψη του βρετανικού κατεστημένου.
Την ώρα που οι αριστεροί όπως ο Laski, ο Hobsbawm και ο Miliband ειδικεύονταν στο να βαττολογούν, άνθρωποι στα στρατόπεδα της Σιβηρίας αναγκάζονταν να δουλέψουν εξοντωτικά υπό την απειλή ενός όπλου και προσπαθούσαν να αποφύγουν να πεθάνουν από την πείνα. (Αν και πρέπει να τονιστεί ότι ο Ralph Miliband δεν συμφώνησε ποτέ με τον Hobsbawm με την άρνηση του τελευταίου να καταδικάσει τους 30 εκατομμύρια νεκρούς του σταλινισμού, ή τη σοβιετική εισβολή στην Ουγγαρία).
Από την πλευρά του, ο Hobsbawm παρέμεινε ένας εντελώς απολογητικός υποστηρικτής του σταλινισμού μέχρι την ημέρα που πέθανε.
Υποστήριξε ότι, παρά τα εκατομμύρια των δολοφονιών τις οποίες έφερε, η Ρωσική Επανάσταση του 1917 ήταν μια μεγάλη υπόθεση στην οποία είχε δίκιο να μένει πιστός.
Το 1994, όταν ρωτήθηκε αν το «ακτινοβόλο αύριο» είχε πράγματι δημιουργηθεί στη Σοβιετική Ένωση, οι θάνατοι των 15 ή 20 εκατομμυρίων ανθρώπων θα ήταν δικαιολογημένοι, ο Hobsbawm απάντησε : «Ναι».
Κι όμως αυτός ο άνθρωπος εξακολουθεί να εξυμνείται στους κύκλους των Νέων Εργατικών.
Μάλιστα, είχε μπει πρώτος στη λίστα των τιμωμένων προσώπων του Τόνι Μπλερ την Πρωτοχρονιά του 1998.
Και όταν πέθανε το περασμένο έτος, ο Εντ Μίλιμπαντ προέβη σε μια δήλωση πένθους λέγοντας για τον Hobsbawm ότι ήταν «ένας άνθρωπος παθιασμένος με την πολιτική του και ένας μεγάλος φίλος της οικογένειάς μου».
Ενώ ο Εντ Μίλιμπαντ θεωρεί ότι η εφημερίδα Mail έθιξε τοπροφίλ του πατέρα του, θα πρέπει σίγουρα να συνειδητοποιήσει ότι πολλοί άνθρωποι στη Βρετανία δεν θεωρούν ότι αυτό που συνέβη σε εκατομμύρια ανθρώπους που βρέθηκαν κάτω από την μπότα του κομμουνισμού ήταν ένα παιχνίδι σε κάποια αίθουσα του Hampstead - και ότι αισθάνονται τόσο έντονα γι’ αυτό, όπως ορθώς κάνει για το Ολοκαύτωμα η οικογένεια του Μίλιμπαντ.
Σχ. ΚΟ:
Ο Έρικ Τζον Έρνεστ Χομπσμπάουμ, (1917 - 2012) ήταν Βρετανός Μαρξιστής ιστορικός, διανοούμενος, συγγραφέας και επίτιμος διδάκτωρ πολλών πανεπιστημίων σε αρκετές χώρες. Ο Χομπσμπάουμ ήταν εβραϊκής καταγωγής. Πατέρας του ήταν ο Leopold Percy Hobsbaum Εβραιοπολωνικής καταγωγής και η μητέρα του η Nelly Hobsbaum (Grün), Εβραιοαυστριακής καταγωγής.
Ο Harold Joseph Laski (1893 - 1950) ήταν Βρετανός πολιτικός θεωρητικός, οικονομολόγος, συγγραφέας και ομιλητής. Ήταν ενεργός στην πολιτική και υπηρέτησε ως πρόεδρος του Εργατικού Κόμματος της Βρετανίας κατά τη διάρκεια του 1945-1946, και ήταν καθηγητής στο London School of Economics 1926-1950. Ο Laski ήταν εβραϊκής καταγωγής.
* Αμοραλιστής είναι ο ανήθικος, αυτός δηλαδή που απορρίπτει και δεν αναγνωρίζει τις ηθικές αξίες, ενώ επίσης μετά από μία παράνομη πράξη, δεν αισθάνεται τύψεις.
** Η Ρουριτανία είναι μια φανταστική χώρα, κάπου στη νοτιο-ανατολική Ευρώπη, για την οποία έγραφε στα βιβλία του (γνωστά ως "The Ruritanian novels") ο Άγγλος συγγραφέας Sir Anthony Hope Hawkins (1863 - 1933), που υπέγραφε με το ψευδώνυμο Anthony Hope. Γνωστότερο και πιο πετυχημένο βιβλίο του ήταν το "Ο αιχμάλωτος της Ζέντα" (1894).
ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ / Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου