Η τουρκική επιθετικότητα στη γραμμή Αθήνας-Λευκωσίας
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Για την εφημερίδα μας συνιστά τιμή και χρήσιμη εμπειρία να υποκαθιστά την κυπριακή ή ελλαδική διπλωματία ή τα αντίστοιχα Υπουργεία Τύπου. Ελπίζουμε ότι κάνουμε καλά αυτή τη δουλειά. (Δυστυχώς δεν έχουμε μέσα να υποκαταστήσουμε τα Υπουργεία ‘Αμυνας). Βασικά όμως νομίζουμε προτιμότερο να ασχολούνται περισσότερο με τη δουλειά τους οι αρμόδιοι και εμείς να περιοριστούμε στη δική μας. Ας εξηγηθούμε όμως:
Στις 13.11 το τουρκικό ναυτικό (και η αεροπορία με βυθίσεις αεροσκαφών) προέβη σε σοβαρότατη πράξη διεθνούς πειρατείας, αναγκάζοντας νορβηγικό πλοίο, που εκτελούσε έρευνες για λογαριασμό της Λευκωσίας νοτιοδυτικά της Πάφου, σε περιοχή που δεν θα μπορούσε να είναι κατά κανένα τρόπο αντικείμενο τουρκικής ή τουρκοκυπριακής διεκδίκησης, να επιστρέψει στο λιμάνι. Επρόκειτο για τη σοβαρότερη στρατιωτική πρόκληση της Τουρκίας στην...Κύπρο εδώ και δεκαετίες. Την ακολούθησε τις επόμενες μέρες ελληνοτουρκική αντιπαράθεση κοντά στο Καστελλόριζο, που συνδέει Ελλάδα-Κύπρο και όπου, νορβηγικό σκάφος, υπό την προστασία τουρκικού πολεμικού, πραγματοποίησε έρευνες σε ελληνική περιοχή.
Θα περίμενε κανένας το θύμα της πρωτοφανούς ενέργειας, η Κυπριακή Δημοκρατία, αν μη τι άλλο να χαλάσει τον κόσμο, καταδικάζοντας με τον εντονότερο τρόπο την Τουρκία και ζητώντας από την ΕΕ την έμπρακτη εκδήλωση ενωσιακής αλληλεγγύης. Το ίδιο όφειλε και η κυβέρνηση της Ελλάδας, εγγυήτριας δύναμης της Κύπρου και συνδεόμενης θεωρητικά μαζί της, με το ενιαίο αμυντικό δόγμα! Αντ’ αυτού, επί δεκαήμερο η Λευκωσία απέκρυπτε το γεγονός από την κυπριακή και παγκόσμια κοινή γνώμη, αλλά και τους αρχηγούς ακόμη των «συγκυβερνώντων» κυπριακών κομμάτων, αποφεύγοντας οποιαδήποτε δημόσια κριτική της Τουρκίας. ‘Ισως θα το απέκρυπτε ακόμα, αν η εφημερίδα μας δεν επεσήμανε πρωτοσέλιδα, στις 22/11 την πρόκληση στην Πάφο και δεν γίνονταν ανάλογα δημοσιεύματα από τον Κώστα Βενιζέλο στον «Φιλελεύθερο» και τον Λάζαρο Μαύρο στη «Σημερινή». Λίγες ώρες μετά την έκδοση του «Κ.τ.Ε.» αναγκάστηκε η Λευκωσία να κοινοποιήσει το επεισόδιο, δίνοντας στη δημοσιότητα, δια του ΑΠΕ, επιστολή διαμαρτυρίας του Προέδρου Χριστόφια προς τον κ. Μπαν Κι Μουν. (Ως γνωστόν, ο ΓΓ του ΟΗΕ είναι περισσότερο εξαρτημένος από το Σταίητ Ντηπάρτμεντ, ακόμα και από τον προκάτοχό του Κόφι Ανάν, όσο για τις επιστολές που του στέλνονται, διπλωμάτες στη Νέα Υόρκη μιλάνε περιπαικτικά για το μεγάλο «σκουπιδοφάγο» του). Η επιστολή Χριστόφια και τα διαβήματα προς τις ευρωπαϊκές χώρες ήταν το λιγότερο που μπορούσε να κάνει η Κύπρος.
Δύο μέρες αργότερα, οι Κύπριοι αρμόδιοι στον «Πολίτη», δημοσιογραφική «ναυαρχίδα» του σχεδίου Ανάν, όλες τις λεπτομέρειες της πρόκλησης. Χρειάστηκε ακόμα μία μέρα και ένα επιπλέον επεισόδιο για να κάνει ο Κύπριος Πρόεδρος δημόσια αποδοκιμαστική δήλωση (25.11). Ο κ. Χριστόφιας φρόντισε, προφανώς για να συντηρήσει πάση θυσία το «καλό κλίμα», να «αθωώσει» προκαταβολικά τον Ταλάτ, διαχωρίζοντάς τον από την Τουρκία και υπογραμμίζοντας ότι δεν αποφασίζει αυτός τη δράση του ναυτικού της. Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης ελάχιστη ευγνωμοσύνη επέδειξε προς τον Ελληνοκύπριο «σύντροφό» του, σπεύδοντας να καταδικάσει τις έρευνες της Λευκωσίας και δικαιολογώντας, εμμέσως πλην σαφώς, τις τουρκικές ενέργειες.
Οι τουρκικές προκλήσεις σε Πάφο-Καστελλόριζο αξιολογούνται ακόμα πιο σοβαρά από διπλωματικούς αναλυτές, γιατί σημειώθηκαν σε περίοδο που η ελληνοκυπριακή πλευρά εξάντλησε στις διαπραγματεύσεις όλα τα περιθώρια (κατά τους επικριτές της μάλιστα τα υπερέβη) ευλόγων υποχωρήσεων. Αθήνα και Λευκωσία δηλώνουν σε όλους τους τόνους την υποστήριξή τους προς την ενταξιακή πορεία της γείτονος, ενώ Ελλάδα και Κύπρος δεν έπραξαν τίποτα για να εμποδίσουν την Τουρκία, χώρα που κατέχει τη μισή Κύπρο και δεν εφαρμόζει τις αποφάσεις του ΣΑ του ΟΗΕ, να εκλεγεί μέλος του οργάνου! (Δύο υπομνήματα συνέταξαν Κύπριοι διπλωμάτες προς την πολιτική ηγεσία για τρόπους αντιμετώπισης. Καμμία από τις προτάσεις τους δεν ελήφθη υπόψιν και η Λευκωσία δεν έδωσε συνέχεια σε κρούσεις κρατών που ήθελαν συμμαχία μαζί της. Οσο για την Αθήνα, από την εποχή της «προσέγγισης» είδε με θετικό μάτι τη συνεργασία Ελλάδας-Τουρκίας στον ΟΗΕ!). Αυτά τα ανοίγματα και οι χειρονομίες καλής θέλησης προς την ‘Αγκυρα στην πράξη δεν απέδωσαν παρά διαπραγματευτική σκλήρυνση και πολεμικές προκλήσεις!
Ακόμα μια φορά, τα επεισόδια σε Πάφο-Καστελλόριζο υπογράμμισαν τη διαχρονική αδυναμία ελληνικού και κυπριακού πολιτικού συστήματος και κράτους να αντιμετωπίσουν ικανοποιητικά τις σχέσεις με την Τουρκία και τα όντως δυσάρεστα προβλήματα που αυτή θέτει στον ελληνικό χώρο, που δεν μπορεί να διαπραγματευθεί σοβαρή ειρήνη και τρέμει τον πόλεμο. Στην καλύτερη περίπτωση τα δύο κράτη καταφέρνουν να «αγοράζουν» χρόνο και ηρεμία και οι πολιτικοί μας να προγραμματίζουν έως τις επόμενες δημοτικές ή άλλες εκλογές.
Η διπλή πρόκληση της ‘Αγκυρας εντάσσεται στην πάγια τουρκική στρατηγική δεκαετιών να αμφισβητεί έμπρακτα τα ελληνικά δικαιώματα και ειδικά αυτά που απορρέουν από την κυριαρχία στα νησιά, επί της υφαλοκρηπίδος και των εν γένει οικονομικών δικαιωμάτων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και να αμφισβητεί την ίδια τη νομιμότητα της ύπαρξης ανεξάρτητου, κυρίαρχου κυπριακού κράτους (!), συνεπής στη μη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αν όμως εντάσσεται σε πάγια στρατηγική, η στρατιωτική πρόκληση, μια κλασική έκδοση «πολιτικής κανονιοφόρων», στη δεδομένη συγκυρία, εξυπηρετεί και άλλες στρατηγικές:
- να δοκιμάσει και «διεμβολίσει» το ενιαίο αμυντικό δόγμα, προειδοποιώντας την μεν Ελλάδα να μην το «παρακάνει» στο κυπριακό, τη δε Κύπρο να μη σκέφτεται ότι μπορεί να έχει την έμπρακτη συμπαράσταση της Αθήνας (ελληνικά σκάφη και αεροσκάφη δεν εμφανίσθηκαν καν στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου, όπου έχουν παύσει εδώ και χρόνια να εκτελούν ασκήσεις, ενώ στο Καστελλόριζο εστάλη ο «Πολεμιστής» ένα πολύ υποδεέστερο της τουρκικής φρεγάτας πλοίο. Να σημειωθεί επίσης ότι η Λευκωσία δεν ειδοποίησε την Αθήνα για την έξοδο του νορβηγικού σκάφους)
- να εμποδίσει την Κύπρο να προχωρήσει σε εκμετάλλευση πετρελαίων της, αλλά και να υπογραμμίσει, manu militari, τις θέσεις της για το θέμα του εναέριου χώρου και των θαλάσσιων δικαιωμάτων της νέας Κύπρου (ένα από τα λίγα σημεία στα οποία ο κ. Χριστόφιας είναι πολύ σταθερός στις διαπραγματευσεις, είναι στη διεκδίκηση ελέγχου του θαλασσίου και εναερίου χώρου από την κεντρική κυβέρνηση του νησιού, κάτι στο οποίο αντιδρά έντονα ο Ταλάτ. ‘Οπως λέει κάπως περιπαικτικά Κύπριος πολιτικός, «στα ζητήματα του κράτους μπορεί να κάνει σκόντο, στα ζητήματα της περιουσίας όμως είναι βράχος»).
- να υποδείξει εμπράκτως, σε Αθήνα και Λευκωσία, ότι πρέπει να επιδείξουν περισσότερη διαλλακτικότητα στις συνομιλίες για το κυπριακό, αποδεχόμενες μια ελαφρώς παραλλαγμένη μορφή του απορριφθέντος σχεδίου Ανάν.
Το παρασκήνιο: Διαπραγματεύσεις και προκλήσεις στο τρίγωνο Αίγυπτος-Ελλάδα-Κύπρος
Η άνοδος της τιμής του πετρελαίου, τα τελευταία χρόνια, άνοιξε την «όρεξη» για ενδεχόμενα αναξιοποίητα κοιτάσματα πετρελαίου και αερίου, όπως αυτά που φαίνεται ότι υπάρχουν στα ανοιχτά της Κύπρου. Η προηγούμενη κυπριακή κυβέρνηση, κάνοντας χρήση των δικαιωμάτων που της παρέχει το διεθνές δίκαιο, επεχείρησε και κατάφερε να συνάψει συμφωνίες οριοθέτησης οικονομικής ζώνης αποκλειστικής εκμετάλλευσης στη Μεσόγειο με την Αίγυπτο και τον Λίβανο, εξοργίζοντας την Τουρκία, που αντέδρασε όμως καθυστερημένα και αναποτελεσματικά. Η αποκλειστική οικονομική ζώνη συμπαρασύρει και τα δικαιώματα επίθ της υφαλοκρηπίδας επί ρηχών θαλασσών, όπως είναι η Μεσόγειος στις περιοχές που ενδιαφέρουν.
Εκ των υστέρων, το τουρκικό ναυτικό έκανε την εμφάνισή του ανοιχτά της Λεμεσσού, επιχειρώντας να εκφοβίσει σκάφη που έκαναν έρευνες (με τρόπο όμως λιγότερο έντονο από ότι στην πρόσφατη περίπτωση της Πάφου). Αντιδρώντας στις τουρκικές προκλήσεις, η Λευκωσία έθεσε βέτο στο άνοιγμα του κεφαλαίου για την ενέργεια των ενταξιακών της Τουρκίας και στην αμυντική συνεργασία ΕΕ-Τουρκίας. Με τη Συρία οι διαπραγματεύσεις δεν κατέληξαν σε συμφωνία λόγω τουρκικής αντίδρασης και με το Ισραήλ γιατί δεν θέλει να καθορίσει τα σύνορά του, υπήρξε όμως και με τους δύο αμοιβαία κατανόηση για τα αποδεκτά όρια οικονομικών ζωνών.
Η Αθήνα δεν θέλησε να βοηθήσει τον εαυτό της και την Κύπρο, καθορίζοντας τα όρια της δικής της ζώνης με την κυπριακή, γιατί εκτίμησε ότι μια τέτοια ενέργεια θα οδηγούσε σε «μπλεξίματα» με την ‘Αγκυρα. Εκ των υστέρων όμως «ζήλεψε» και προσπάθησε να μιμηθεί την Κύπρο, ελπίζοντας ότι θα αντιμετωπίσει τα ελληνοτουρκικά δια της «τεθλασμένης», διευθετώντας δηλ. τα όρια της ελληνικής οικονομικής ζώνης και δημιουργώντας «προηγούμενο» με την Τουρκία. Διπλωμάτες εκτιμούν ότι η προσπάθεια ήταν ούτως ή άλλως αφελής, γιατί η ‘Αγκυρα έχει αποδείξει ότι γράφει στα παλαιότερα των υποδηματων της όλα τα ασύμφορα «προηγούμενα». Επιπλέον όμως η προσπάθεια απεδείχθη ατελέσφορη, γιατί δεν έγινε δυνατή η οριοθέτηση της οικονομικής ζώνης ούτε με τη Λιβύη (που ζητούσε τον «ουρανό με τα άστρα»), ούτε με την Αίγυπτο.
Το θέμα ανετέθη στον κ. Ξύδα, προϊστάμενο της αρμόδιας για θέματα ΟΗΕ Δ1 Διεύθυνσης του ΥΠΕΞ (και έκτοτε τοποθετηθέντα στη σημαντικότερη θέση ‘Ελληνα Πρέσβη στην ‘Αγκυρα). Ο κ. Ξύδας κινήθηκε χωρίς συντονισμό με την αρμόδια για τα ελληνοτουρκικά Διεύθυνση και χωρίς να εμπλέξει τη Νομική Υπηρεσία. Οι Αιγύπτιοι διπλωμάτες αρχικά έκαναν περίπου τον «χαζό», αρνήθηκαν μάλιστα σε μια περίπτωση να παραλάβουν καν τους χάρτες-προτάσεις της ελληνικής πλευράς, περιοριζόμενοι τελικά να παραλάβουν φωτοτυπίες. Εξήγησαν στους ‘Ελληνες ότι δεν έχουν αντίρρηση στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, αρκεί όμως να περιοριστεί δυτικά του ανατολικού άκρου της Κρήτης, ώστε να μη δημιουργηθεί πρόβλημα με την Τουρκία λόγω Καστελλόριζου, στο οποίο η ‘Αγκυρα δεν αναγνωρίζει δικαιώματα, ακυρώνοντας έτσι τον βασικό λόγο και κίνητρο της Αθήνας. Τελικά, ο κ. Καραμανλής έθεσε το θέμα στον κ. Μουμπάρακ κατά τη συνάντησή τους προι έτους περίπου, που με τη σειρά του ζήτησε από τις ελληνικές τράπεζες να κάνουν μια σοβαρή πρόταση εξαγοράς της «Banque du Caire”. ‘Εκτοτε το θέμα παραμένει εκκρεμές.
Τρεις μέρες αργότερα, και ενώ η Τουρκία είχε επαναλάβει την κατά του νορβηγικού πλοίου ενέργειά της, ο ίδιος ο Πρόεδρος προέβη σε δημόσιες δηλώσεις αποδοκιμασίας, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι «άλλο Ταλάτ και άλλο Τουρκία». Ο ίδιος ο Ταλάτ βέβαια είχε άλλη άποψη, γι αυτό και διαμαρτυρήθηκε για τις έρευνες, δικαιολογώντας, εμμέσως πλην σαφώς, τις ενέργειες του τουρκικού ναυτικού.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου